Η λέξη Moody’s έχει μπει, πλέον στην καθημερινότητα μας. Το όνομα είναι βαρύγδουπο και προβάλλεται ως “έγκυρο” από τα ελληνικά και ξένα Μ.Μ.Ε. Οι εκθέσεις το οίκου Moody’s ανεβοκατεβάζουν κυβερνήσεις και υποθηκεύουν το σήμερα και το αύριο του πλανήτη, αφού καθορίζουν το αν θα δανειστεί, και με ποιους όρους, μια χώρα. Υποθηκεύει το μέλλον του πλανήτη, γιατί ως γνωστόν, τα δανεικά αυτά θα τα πληρώσουν και οι μελλοντικές γενιές. Τις πληροφορίες για τον οίκο Moody’s της δανείζομαι από τον Γιώργο Δαμιανό.
Η επωνυμία Moody’s προέρχεται από το επώνυμο ενός, μάλλον, αποτυχημένου δημοσιογράφου / οικονομικού αναλυτή, που έδρασε στις ΗΠΑ στις αρχές του 20ου αιώνα. Το πλήρες όνομα του ήταν John Moody, γεννήθηκε το 1868 και πέθανε το 1958. Ξεκίνησε ως δημοσιογράφος, δίχως πανεπιστημιακές γνώσεις (στα γεράματα θα του έδωσαν τιμητικά Νομικής) και το 1909 αποφάσισε να ανοίξει μεσιτικό/χρηματοοικονομικό γραφείο στη Νέα Υόρκη.
Ήταν έξυπνος, παιδί της πιάτσας και καθώς το μάτι του έκοβε, αποφάσισε να εισάγει για πρώτη φορά έναν πίνακα αξιολόγησης στις επενδύσεις των σιδηροδρόμων. Έτσι υπεραπλουστεύοντας κάθε έννοια οικονομίας φτιάχνει έναν κατάλογο και με γράμματα (ΑΑΑ, ΑΑ, Α…) βαθμολογεί τις επενδύσεις στους σιδηροδρόμους των Η.Π.Α. Το σύστημα αξιολόγησής του θύμιζε την αξιολόγηση με αστεράκια των κινηματογραφικών ταινιών στα διάφορα έντυπα.
Η απλότητα του θέματος άρεσε στους επενδυτές και το όνομα του Moody ξεχωρίζει. Πολύ γρήγορα αυτοαναβαθμίζει το γραφειάκι του και από μεσίτης αυτοανακηρύσσεται πραγματογνώμονας επιχειρήσεων. Βγάζει χρήματα, δηλαδή, πουλώντας πληροφορίες για τη βιωσιμότητα των εταιρειών και αξιολογεί, με τον τρόπο που αξιολογούν τα λαμόγια τη βιωσιμότητα άλλων επιχειρήσεων αλλά και την εμπορευσιμότητα των μετοχών.
Εκτός της αμοιβής του που ήταν υψηλή έπαιρνε και ποσοστά από τις αγοροπωλησίες των μετοχών. Η ανασφάλεια της εποχής, καθώς ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη και κανένας δεν ξέρει (ούτε και ο ίδιος), πώς θα καταλήξει, του δίνουν την ευκαιρία να επεκτείνει ακόμα τις δραστηριότητές του.
Η ανασφάλεια του κόσμου μετά τον πόλεμο αυξάνεται, ο Moody συνεχίζει να συμβουλεύει και να επηρεάζει όλο και μεγαλύτερους επενδυτές, άστοχα όπως, εκ του αποτελέσματος, φάνηκε, μιας και δεν είχε αντιληφθεί και δεν είχε ενημερώσει τους πελάτες του για το επερχόμενο χρηματιστηριακό «κραχ» του 1929 και τις παγκόσμιες επιπτώσεις του.
Μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο λόγω της παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας τους, οι Η.Π.Α. δανείζουν ανεξέλεγκτα τις χώρες που ελέγχουν και το ίδιο κάνουν και τα χρηματοπιστωτικά της ιδρύματα. Η ευθυνοφοβία ή η ανικανότητα, όμως, των κρατικών υπαλλήλων δημιουργεί την ανάγκη για τη γνωμοδότηση ενός εμπειρογνώμονα, ο οποίος θα γνωματεύει, αν η τάδε χώρα είναι και φερέγγυος για να τη δανείσουν. Ο Αμερικανός υπάλληλος που διαχειρίζεται το αποθεματικό “του δείνα” σωματείου επαγγελματιών θέλει να επενδύσει τα χρήματα των ασφαλισμένων αλλά, δυστυχώς, δεν έχει ξανακούσει τις μισές χώρες του πλανήτη. Πως θα δανείσει μια χώρα που δεν ξέρει την ύπαρξη της;
Τη λύση αναλαμβάνει να τη δώσει ο John Moody. Από μεσίτης και εμπειρογνώμονας επιχειρήσεων αυτοανακηρύσσεται “αξιολογητής” των κρατικών ομολόγων και βαθμολογεί την πιστοληπτική ικανότητα όλων των κρατών του πλανήτη. Προσλαμβάνει μια φουρνιά 25χρονων αριστούχων των καλύτερων πανεπιστημίων της υφηλίου και χωρίς πρότυπα, δίχως οικονομετρικά κριτήρια αλλά με προσωπικές εκτιμήσεις κάποιων υπαλληλίσκων, που οι ίδιοι αυτοχαρακτηρίζονται “σαΐνια με ένστικτο” αποφασίζουν ότι η τάδε χώρα πρέπει να πληρώσει ένα συγκεκριμένο επιτόκιο, αν ζητήσει δανεικά, η άλλη χώρα ένα υψηλότερο, ενώ η τρίτη δεν πρέπει να δανειστεί καθόλου, γιατί είναι αναξιόπιστη. Αυτοί οι έγκυροι οικονομικοί αναλυτές, όπως αυτάρεσκα αυτοαποκαλούνται, εξανεμίζουν τον ιδρώτα των εργαζομένων και υποθηκεύουν το μέλλον γενεών και γενεών.
Τη δόξα του Moody ζήλεψαν και άλλοι παρόμοιοι “οίκοι”, όπως οι: Standard and Poors, Fitch, που αν και φαίνονται ως ανταγωνιστές έχουν ένα κοινό στοιχείο: την αδιαφάνεια. Κανένας δε δημοσιοποιεί τα στοιχεία αξιολόγησης και θεωρούν απόρρητο τις πηγές στις οποίες στηρίζονται οι “πληροφορίες τους”, για το αν μια χώρα μετά από 30 χρόνια θα είναι ικανή να αποπληρώσει τα δανεικά που πήρε!
Ο John Moody δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το μαγαζάκι του που στηριζόταν, το 1909, στην προσωπική λαμογιά, ενός αγράμματου και είχε σκοπό να κάνει καμιά αρπαχτή, θα διοικείται, σήμερα, από αδίστακτους νεαρούς και θα ελέγχει τον πλανήτη. Βλέπετε, δεν μπορούσε να προβλέψει ότι θα εξαφανιστούν οι πολιτικοί από τον πλανήτη. Και δε μιλάμε για την Ελλάδα ή την Πορτογαλία (ποιος νοιάζεται, άλλωστε;) αλλά μιλάμε για τον τρόμο στα μάτια του Ομπάμα και της Μέρκελ, όταν αναμένουν την έκθεση του οίκου Moody’s.
Σωτήρης Κοκκωνάκης
Η επωνυμία Moody’s προέρχεται από το επώνυμο ενός, μάλλον, αποτυχημένου δημοσιογράφου / οικονομικού αναλυτή, που έδρασε στις ΗΠΑ στις αρχές του 20ου αιώνα. Το πλήρες όνομα του ήταν John Moody, γεννήθηκε το 1868 και πέθανε το 1958. Ξεκίνησε ως δημοσιογράφος, δίχως πανεπιστημιακές γνώσεις (στα γεράματα θα του έδωσαν τιμητικά Νομικής) και το 1909 αποφάσισε να ανοίξει μεσιτικό/χρηματοοικονομικό γραφείο στη Νέα Υόρκη.
Ήταν έξυπνος, παιδί της πιάτσας και καθώς το μάτι του έκοβε, αποφάσισε να εισάγει για πρώτη φορά έναν πίνακα αξιολόγησης στις επενδύσεις των σιδηροδρόμων. Έτσι υπεραπλουστεύοντας κάθε έννοια οικονομίας φτιάχνει έναν κατάλογο και με γράμματα (ΑΑΑ, ΑΑ, Α…) βαθμολογεί τις επενδύσεις στους σιδηροδρόμους των Η.Π.Α. Το σύστημα αξιολόγησής του θύμιζε την αξιολόγηση με αστεράκια των κινηματογραφικών ταινιών στα διάφορα έντυπα.
Η απλότητα του θέματος άρεσε στους επενδυτές και το όνομα του Moody ξεχωρίζει. Πολύ γρήγορα αυτοαναβαθμίζει το γραφειάκι του και από μεσίτης αυτοανακηρύσσεται πραγματογνώμονας επιχειρήσεων. Βγάζει χρήματα, δηλαδή, πουλώντας πληροφορίες για τη βιωσιμότητα των εταιρειών και αξιολογεί, με τον τρόπο που αξιολογούν τα λαμόγια τη βιωσιμότητα άλλων επιχειρήσεων αλλά και την εμπορευσιμότητα των μετοχών.
Εκτός της αμοιβής του που ήταν υψηλή έπαιρνε και ποσοστά από τις αγοροπωλησίες των μετοχών. Η ανασφάλεια της εποχής, καθώς ο Α΄ παγκόσμιος πόλεμος βρίσκεται σε εξέλιξη και κανένας δεν ξέρει (ούτε και ο ίδιος), πώς θα καταλήξει, του δίνουν την ευκαιρία να επεκτείνει ακόμα τις δραστηριότητές του.
Η ανασφάλεια του κόσμου μετά τον πόλεμο αυξάνεται, ο Moody συνεχίζει να συμβουλεύει και να επηρεάζει όλο και μεγαλύτερους επενδυτές, άστοχα όπως, εκ του αποτελέσματος, φάνηκε, μιας και δεν είχε αντιληφθεί και δεν είχε ενημερώσει τους πελάτες του για το επερχόμενο χρηματιστηριακό «κραχ» του 1929 και τις παγκόσμιες επιπτώσεις του.
Μετά το Β’ παγκόσμιο πόλεμο λόγω της παγκόσμιας πρωτοκαθεδρίας τους, οι Η.Π.Α. δανείζουν ανεξέλεγκτα τις χώρες που ελέγχουν και το ίδιο κάνουν και τα χρηματοπιστωτικά της ιδρύματα. Η ευθυνοφοβία ή η ανικανότητα, όμως, των κρατικών υπαλλήλων δημιουργεί την ανάγκη για τη γνωμοδότηση ενός εμπειρογνώμονα, ο οποίος θα γνωματεύει, αν η τάδε χώρα είναι και φερέγγυος για να τη δανείσουν. Ο Αμερικανός υπάλληλος που διαχειρίζεται το αποθεματικό “του δείνα” σωματείου επαγγελματιών θέλει να επενδύσει τα χρήματα των ασφαλισμένων αλλά, δυστυχώς, δεν έχει ξανακούσει τις μισές χώρες του πλανήτη. Πως θα δανείσει μια χώρα που δεν ξέρει την ύπαρξη της;
Τη λύση αναλαμβάνει να τη δώσει ο John Moody. Από μεσίτης και εμπειρογνώμονας επιχειρήσεων αυτοανακηρύσσεται “αξιολογητής” των κρατικών ομολόγων και βαθμολογεί την πιστοληπτική ικανότητα όλων των κρατών του πλανήτη. Προσλαμβάνει μια φουρνιά 25χρονων αριστούχων των καλύτερων πανεπιστημίων της υφηλίου και χωρίς πρότυπα, δίχως οικονομετρικά κριτήρια αλλά με προσωπικές εκτιμήσεις κάποιων υπαλληλίσκων, που οι ίδιοι αυτοχαρακτηρίζονται “σαΐνια με ένστικτο” αποφασίζουν ότι η τάδε χώρα πρέπει να πληρώσει ένα συγκεκριμένο επιτόκιο, αν ζητήσει δανεικά, η άλλη χώρα ένα υψηλότερο, ενώ η τρίτη δεν πρέπει να δανειστεί καθόλου, γιατί είναι αναξιόπιστη. Αυτοί οι έγκυροι οικονομικοί αναλυτές, όπως αυτάρεσκα αυτοαποκαλούνται, εξανεμίζουν τον ιδρώτα των εργαζομένων και υποθηκεύουν το μέλλον γενεών και γενεών.
Τη δόξα του Moody ζήλεψαν και άλλοι παρόμοιοι “οίκοι”, όπως οι: Standard and Poors, Fitch, που αν και φαίνονται ως ανταγωνιστές έχουν ένα κοινό στοιχείο: την αδιαφάνεια. Κανένας δε δημοσιοποιεί τα στοιχεία αξιολόγησης και θεωρούν απόρρητο τις πηγές στις οποίες στηρίζονται οι “πληροφορίες τους”, για το αν μια χώρα μετά από 30 χρόνια θα είναι ικανή να αποπληρώσει τα δανεικά που πήρε!
Ο John Moody δεν μπορούσε να φανταστεί ότι το μαγαζάκι του που στηριζόταν, το 1909, στην προσωπική λαμογιά, ενός αγράμματου και είχε σκοπό να κάνει καμιά αρπαχτή, θα διοικείται, σήμερα, από αδίστακτους νεαρούς και θα ελέγχει τον πλανήτη. Βλέπετε, δεν μπορούσε να προβλέψει ότι θα εξαφανιστούν οι πολιτικοί από τον πλανήτη. Και δε μιλάμε για την Ελλάδα ή την Πορτογαλία (ποιος νοιάζεται, άλλωστε;) αλλά μιλάμε για τον τρόμο στα μάτια του Ομπάμα και της Μέρκελ, όταν αναμένουν την έκθεση του οίκου Moody’s.
Σωτήρης Κοκκωνάκης