Οι δημοτικές και περιφερειακές εκλογές είναι πια παρελθόν. Τα αποτελέσματα γνωστά. Στο Δήμο Σικυωνίων, νέος Δήμαρχος ο κ. Σπύρος Σταματόπουλος. Πήρε στον Α’ γύρο 5.700 ψήφους σε σύνολο ψηφισάντων 16.270 (ποσοστό 36,55%) και εγγεγραμμένων 25.559 (ποσοστό 22,30%) . Στον Β’ γύρο πήρε 8.369 ψήφους σε σύνολο ψηφισάντων 13.709 (ποσοστό 64,11%) ή ποσοστό 32,74% στο σύνολο των εγγεγραμμένων. Η συμμετοχή στις εκλογές ήταν χαμηλή: στον Α’ γύρο 63,66% και στον δεύτερο 53,68%. Αρκετά τα άκυρα και τα λευκά.
Τα παραπάνω μεταφράζονται στα εξής: Ο νέος Δήμαρχος, που ήταν πρώτη επιλογή (όπως εκφράστηκε στον πρώτο γύρο) του 22,30% των εγγεγραμμένων, ενώ στην επανάληψη, οπότε και εκλέχθηκε δήμαρχος, έλαβε 32,74% στο σύνολο των εγγεγραμμένων, έχει τη στήριξη ποσοστού λιγότερου από το 1/3 (ένα τρίτο) των εγγεγραμμένων δημοτών.
Η περίπτωση του κ. Σταματόπουλου είναι από τις σπάνιες πανελληνίως. Πέτυχε να εκλεγεί δήμαρχος με ένα ποσοστό από τα ψηλότερα σε σχέση με άλλους δημάρχους. Για παράδειγμα, ο δήμαρχος της Αθήνας ήταν πρώτη επιλογή (όπως εκφράστηκε στον πρώτο γύρο) του 11,19% των εγγεγραμμένων, ενώ στην επανάληψη, οπότε και εκλέχθηκε δήμαρχος, έλαβε 15,80% στο σύνολο των εγγεγραμμένων!Μπορεί αυτό να θεωρηθεί δημοκρατική εκπροσώπηση; Η συμμετοχή στις δημοτικές εκλογές της Αθήνας ήταν στον Α’ γύρο 43,04% και στον δεύτερο 34,23%. Και εδώ αρκετά τα άκυρα και τα λευκά.
Αντίστοιχα ή και χειρότερα αποδείχθηκαν τα πράγματα στις περιφερειακές εκλογές. Στο σύνολο της χώρας, η συμμετοχή ήταν 60,99% στον πρώτο γύρο, ενώ στο δεύτερο η αποχή από τις εκλογές ξεπέρασε την συμμετοχή, που ήταν μόνο 46,75%.
Νικήτρια, λοιπόν, η αποχή. Αυτό είναι το κύριο συμπέρασμα των εκλογών αυτών. Και φοβάμαι ότι τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα από αυτά που εξέφρασαν οι αριθμοί, αν ληφθεί υπόψη το μεγάλο (κατά την εκτίμησή μου) ποσοστό όσων σύρθηκαν για διάφορους λόγους στην κάλπη και ψήφισαν με μισή καρδιά.
Κι όμως, όλα τα κόμματα ανεξαιρέτως δήλωναν την επομένη την εκλογών ευχαριστημένα, και μερικά πανευτυχή, για τα αποτελέσματα. Το καθένα με τον τρόπο του νίκησε! Απορεί κανείς τι περισσεύει, η ανοησία ή η υποκρισία τους, αφού η αποχή, και μάλιστα σε τέτοια έκταση, δεν μπορεί να εκφράζει παρά την πλήρη απογοήτευση των εκλογέων, την έλλειψη ελπίδας και προοπτικής των Ελλήνων, την απάθεια και την αδιαφορία πολλών για την πορεία της χώρας, την προϊούσα απολιτικοποίηση, την απαξίωση στο σύνολό του τού πολιτικού συστήματος και του προσωπικού που το υπηρετεί.
Προσωπικά είμαι εναντίον της αποχής. Δεν νομίζω ότι λύνει κανένα πρόβλημα. Με την αποχή, το κομματικό σύστημα και οι δυνάμεις εξουσίας, συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης μαζί, παραμένουν αμετακίνητες στη θέση τους, συνεχίζοντας να διαμοιράζονται τα λάφυρα της εξουσίας που η αποχή, πολύ απλά, δεν τους αφαιρεί. Σημειώνω ότι δεν είναι μόνο οι κυβερνητικές δυνάμεις που απολαμβάνουν τα λάφυρα της εξουσίας. Τέτοια λάφυρα δρέπει και η αντιπολίτευση.
Η αποχή από την εκλογική διαδικασία, όπως εκφράστηκε στις τελευταίες εκλογές, δεν αποτελεί Ελληνικό φαινόμενο. Είναι γενικευμένο φαινόμενο, τουλάχιστο στο δυτικό κόσμο. Όμως η έκταση που έλαβε τελευταία στην Ελλάδα, και για τα δεδομένα της χώρας μας, είναι ανησυχαστική. Και δεν είναι αλήθεια ότι η αποχή δεν προβληματίζει τους κομματικούς μηχανισμούς. Όμως ο προβληματισμός τους δεν εξασφαλίζει από μόνος του ότι θα θεραπεύσει τις αιτίες που οδήγησαν στην αποχή και στην απαξίωση της πολιτικής και της δημοκρατικής συμμετοχής των πολιτών.
Αυτό που με προβληματίζει έντονα είναι ένα ερώτημα: Μετά την αποχή τι; Αυτοί που εκφράσανε την απογοήτευσή τους, την αδιαφορία τους, την απάθειά τους ή ό,τι άλλο επιλέγοντας χτες αποχή, πώς θα πολιτευθούν στο εξής; Θα εγκλωβιστούν στην άρνηση που εκφράζει η αποχή και θα μείνουν εκεί, χάνοντας ίσως για πάντα κάθε ενδιαφέρον για την πολιτική και τη συμμετοχή τους στη διαμόρφωση του μέλλοντος της χώρας; Ή η πρόσφατη αποχή θα αποτελέσει το σημείο καμπής, που θα σηματοδοτήσει μιαν άλλη πορεία, ενεργοποίησης και συμμετοχής στις δημοκρατικές διαδικασίες και στις ευθύνες για το σήμερα και το αύριο της κοινής πατρίδας;
Ζώντας πολλά χρόνια ανάμεσα σε νέους, αυτό που διαπιστώνω είναι κάτι που εξαπλώνεται χρόνο με το χρόνο όλο και πιο έντονα: η απολιτικοποίηση, η αδράνεια, η αδιαφορία και η παθητικότητά τους απέναντι σε ό,τι έχει σχέση με κοινωνική συμμετοχή και συλλογική δράση. Εξαιρέσεις υπάρχουν φυσικά και εκδηλώνονται σε κάποιες περιορισμένες δράσεις, που αφορούν π.χ. το περιβάλλον. Όμως ο γενικός κανόνας είναι αυτός: απολιτικοποίηση, αδράνεια , αδιαφορία και παθητικότητα, που συνεχώς βαθαίνουν. Και το χειρότερο είναι πως δεν βλέπω από πού θα προκύψει η δύναμη που θα αναστρέψει αυτή την πορεία.
Κώστας Παππής
Κώστας Παππής