Τετάρτη 30 Νοεμβρίου 2011

Πρό(σ)κληση σε διάλογο

Μέτρο!

Το άρθρο μου με τίτλο "ΚΑΤΑΛΗΨΕΙΣ" στο προ-προηγούμενο φύλλο της «Πολιτείας» προκάλεσε μια κριτική απάντηση της φίλης Κούλας Μαυραγάνη που δημοσιεύτηκε στο προηγούμενο φύλλο, με τίτλο «Για όλα φταίνε … οι καταλήψεις». Καλόδεχτος κάθε διάλογος, κάθε κριτική, κάθε διαφωνία. Άλλωστε επιδιώκεται, όπως επισημαίνεται από τον τίτλο της στήλης όπου γράφω («Πρό(σ)κληση σε διάλογο»), ενώ εξυπηρετεί το στόχο της συναίνεσης. Αρκεί να…

Αρκεί να μην ξεκινάει με παραποίηση όσων ισχυρίζεται ο κρινόμενος!

Όποιος είχε την υπομονή να διαβάσει το άρθρο μου για τις καταλήψεις (http://costaspappis.blogspot.com/2011/10/blog-post.html) θα θυμάται ότι αυτό που με απασχόλησε σε αυτό ήταν συγκεκριμένα οι καταλήψεις των Πανεπιστημίων. Το συμπέρασμα του άρθρου ήταν ότι «οι καταλήψεις των Πανεπιστημίων μας οδηγούν, στο μερίδιο που τους αναλογεί, στην εδραίωση του εφιάλτη πάνω από τη χώρα, αποκλείοντας κάθε διέξοδο».


Σε τι συνίσταται η παραποίηση που δεν απέφυγε η Κ.Μ.; Στη γενίκευση του «Για όλα φταίνε … οι καταλήψεις» που μου προσάπτει με τον τρίστηλο τίτλο του άρθρου της. Πού ισχυρίστηκα εγώ ότι για όλα τα δεινά που έχουν συσσωρευτεί στην Ελλάδα φταίνε οι καταλήψεις, και ειδικά των πανεπιστημίων; Η παραποίηση ίσως θα είχε αποφευχθεί αν η Κ.Μ. είχε προσέξει την αναφορά μου ειδικά στα πανεπιστήμια και στη φράση «στο μερίδιο που τους αναλογεί»: οι καταλήψεις των Πανεπιστημίων μας οδηγούν στην εδραίωση του εφιάλτη πάνω από τη χώρα μόνο στο μερίδιο που τους αναλογεί. Σε απλά ελληνικά, οι συγκεκριμένες καταλήψεις συντελούν και αυτές, σε συνέργεια με διάφορους άλλους παράγοντες, στην εδραίωση του εφιάλτη. Ποιου εφιάλτη; Της παράλυσης του κράτους και της κοινωνίας, του αδιέξοδου που προκαλεί η τυφλή βία πάνω στην περιουσία, δημόσια ή ιδιωτική, ακόμα και στη ζωή, των άλλων μελών της κοινωνίας, του εκβιασμού από κάθε επιμέρους κοινωνική ομάδα ή υπο-ομάδα που επιμένει να ασκεί χωρίς μέτρο και χωρίς περίσκεψη τα δικαιώματά της για διαμαρτυρία και για διεκδίκηση (σεβαστά) σε βάρος άλλων μελών ή και όλης της κοινωνίας και του μέλλοντος αυτού του τόπου.

Βασικός παράγοντας για την ανόρθωση της χώρας και όρος εξόδου από τον εφιάλτη που ζούμε είναι η δραστική βελτίωση της παρεχόμενης εκπαίδευσης και των συνθηκών που αυτή παρέχεται. Είναι κοινή η συνειδητοποίηση ότι ένας από τους μεγάλους ασθενείς της χώρας είναι ακριβώς η παρεχόμενη εκπαίδευση. Όσοι ζήσαμε και συνεχίζουμε να ζούμε στα πανεπιστήμια έχουμε κακή πείρα των φοιτητικών καταλήψεων. Ποτέ αυτές δεν είχαν σχέση με το πανεπιστημιακό άσυλο, δηλαδή την ανεμπόδιστη, ελεύθερη διακίνηση των ιδεών και την καλλιέργεια χωρίς φραγμούς και απαγορεύσεις της επιστήμης και της αλήθειας. Το αντίθετο. Πραγματοποιήθηκαν στη χειρότερη περίπτωση σε σύγκρουση με τη θέληση της μεγάλης πλειοψηφίας της πανεπιστημιακής κοινότητας (καθηγητών, ερευνητικού και διοικητικού προσωπικού, των άλλων φοιτητών που διαφωνούσαν), στην οποία απαγορευόταν δια της βίας η είσοδος στο πανεπιστήμιο για την άσκηση των καθηκόντων της. Στην καλύτερη περίπτωση πραγματοποιήθηκαν με «σύμμαχο» την αδιαφορία, την απάθεια και την αβελτηρία των άλλων «συνενοίκων» του πανεπιστημίου, που απλώς βολεύονταν από τις καταλήψεις. Οι καταλήψεις σχεδόν κατά κανόνα δεν οδήγησαν σε κάποιο θετικό, χειροπιαστό αποτέλεσμα. Το πολύ-πολύ (όχι πάντα βέβαια) να κατέληγαν σε καταστροφές και σε κλοπές εξοπλισμού – το είδαμε και αυτό. Ένα υγιές φοιτητικό κίνημα, εφόσον υπήρχε, θα ήταν σπουδαίος παράγοντας εξυγίανσης του πανεπιστημίου. Το γεγονός ότι αυτό περιέπεσε στα χέρια άθλιων ηγετικών παρεών φοιτητοπατέρων που, σε αγαστή συνεργασία με ανάξιους πανεπιστημιακούς δασκάλους, άπληστους για εξουσία, προώθησαν κομματικά και ιδιοτελή συμφέροντα, οδήγησε, στο μερίδιο που του αναλογεί, στην έκπτωση του πανεπιστημίου.

Τα παραπάνω δεν αποτελούν επιχειρήματα κατά οποιασδήποτε μορφής κοινωνικής πάλης, ούτε των καταλήψεων. Αναφέρονται στην πικρή προσωπική μου πείρα από τις καταλήψεις πανεπιστημίων. Αποτελούν τα παραπάνω και μια αφορμή για να διατυπώσω μια σκέψη στην οποία καταλήγω όλο και με περισσότερη βεβαιότητα. Είναι πια καιρός οι μορφές κοινωνικών αγώνων να αναθεωρηθούν ώστε να γίνουν περισσότερο αποτελεσματικοί (π.χ. και με τη βοήθεια της τεχνολογίας, όπως έδειξαν οι αγώνες στις χώρες της Β.Αφρικής) και με λιγότερη ζημιά για την ίδια την κοινωνία. Το να κόβεις την Ελλάδα στα δυο, το να αποκλείεις λιμάνια και αεροδρόμια, το να καταστρέφεις ολόκληρους επαγγελματικούς κλάδους νεκρώνοντας τα κέντρα των πόλεων, μπορεί να αποτελούν εύκολες λύσεις για κάποιες κοινωνικές ομάδες που διεκδικούν δικαιώματα και για συνδικαλιστικές ηγεσίες που κολακεύονται να ηρωοποιούνται προτείνοντας τέτοιες μορφές λύσεων. Όμως τι λύσεις είναι αυτές όταν οδηγούν στην καταστροφή άλλων τμημάτων της κοινωνίας, στην εδραίωση του εφιάλτη πάνω από τη χώρα και στην απομάκρυνση κάθε ελπίδας για ανόρθωση;

Συμπέρασμα: Μέτρο!